Ανοιχτή επιστολή 300 πανεπιστημιακών για το ναυάγιο της Πύλου: «Ανάγκη για ενδελεχή ποινική έρευνα»

(Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών, 11/7/2023)

Τριακόσιοι πανεπιστημιακοί από την Ελλάδα και το εξωτερικό σε κοινό τους κείμενο παρεμβαίνουν στη δημόσια συζήτηση για το ναυάγιο της Πύλο με στόχο να διορθώσουν τις ανακρίβειες που έχουν ειπωθεί δημοσίως για τις υποχρεώσεις των ελληνικών αρχών.

Η επιστολή έχει ως αποδέκτες τον πρωθυπουργό, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον Εκτελεστικό Διευθυντή της Frontex, αλλά και τα ελληνικά υπουργεία Ναυτιλίας και Μετανάστευσης και Ασύλου.

Οι πανεπιστημιακοί υπογραμμίζουν ότι η τραγωδία αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι συστηματικές πρακτικές παράνομων επαναπροωθήσεων και ζητούν ότι την διεξαγωγή ολοκληρωμένης έρευνας για το περιστατικό. 

Σημειώνουν δε ότι «η ποινική έρευνα βρίσκεται επί του παρόντος σε εξέλιξη, αλλά  μπορεί ήδη να εκτιμηθεί ότι θα υπολείπεται των προδιαγραφών για μια αποτελεσματική έρευνα, εάν δεν κρίνει καταλλήλως ζητήματα δικαιοδοσίας, παρουσιάζει αδυναμίες που υπονομεύουν την  ικανότητά της να προσδιορίσει τα πραγματικά περιστατικά και δεν καλύπτει την εξέταση της ποινικής ευθύνης του Ελληνικού Λιμενικού Σώματος».

Αναλυτικά:

Ανοιχτή επιστολή για το τραγικό ναυάγιο στην Πύλο: Ερωτήματα Διεθνούς Δικαίου

Αποδέκτες: Υπουργείο Ναυτιλίας, Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Εκτελεστικός Διευθυντής της Frontex.

16 Ιουλίου 2023

Σε ανοιχτή επιστολή που απευθύνεται στις ελληνικές αρχές και τις αρχές της ΕΕ, 300 ακαδημαϊκοί  διεθνώς στρέφουν την προσοχή τους στο τραγικό ναυάγιο της 14ης Ιουνίου 2023 στα ανοικτά της  Πύλου που φέρεται να κόστισε 650 ανθρώπινες ζωές. Οι υπογράφουσες/οντες παρεμβαίνουν για  διορθώσουν τις ανακρίβειες που έχουν ειπωθεί δημοσίως σχετικά με τις υποχρεώσεις των ελληνικών αρχών.

Οι υπογράφοντες/ουσες τονίζουν ότι το περιστατικό αυτό αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη να  αντιμετωπιστούν οι συστηματικές πρακτικές επαναπροωθήσεων και καθυστερημένης ή μη παροχής βοήθειας στη Μεσόγειο. Οι πρακτικές αυτές όχι μόνο υπονομεύουν τις καθιερωμένες νομικές  υποχρεώσεις, αλλά θέτουν επίσης υπό αμφισβήτηση θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου. Στην επιστολή αυτή ακαδημαϊκοί εμπειρογνώμονες σε θέματα μετανάστευσης, ασύλου, προσφυγικού  δικαίου και δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημόσιου διεθνούς δικαίου, δικαίου της θάλασσας και  διεθνούς ποινικού δικαίου θέτουν σημαντικά νομικά ερωτήματα σχετικά με το περιστατικό και  ζητούν τη συνολική εξέτασή του. 

Η Δρ. Μαριάνα Γκλιάτη, Επίκουρη Καθηγήτρια Δικαίου Μετανάστευσης και του Ασύλου  (Πανεπιστήμιο του Τίλμπουργκ, Ολλανδία), μία από τις συντάκτριες της επιστολής αυτής, δηλώνει: “Οι εθνικές αρχές προσπαθούν να αποφύγουν την ευθύνη τους παρερμηνεύοντας ριζοσπαστικά τις υποχρεώσεις  του βάσει του Διεθνούς Δικαίου. Στην παρούσα ανοικτή επιστολή, αποσαφηνίζουμε τις ισχύουσες νομικές  υποχρεώσεις. Αποφασίσαμε να παρέμβουμε για να δείξουμε ότι ορισμένες βασικές αρχές του Διεθνούς Δικαίου  δεν επιδέχονται αμφισβήτησης”.

Η Δρ. Ελισάβετ Μαυροπούλου, Λέκτορας Διεθνούς Δικαίου (Πανεπιστήμιο του Westminster)  σχολιάζει: “Ενώ η διερεύνηση του τραγικού περιστατικού βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι σημαντικό να αποφύγουμε  οποιαδήποτε σκόπιμη ή ακούσια παραποίηση της τρέχουσας κατάστασης του διεθνούς δικαίου σχετικά με την  έρευνα και τη διάσωση. Για τους σκοπούς της έρευνας και διάσωσης, η ανοικτή θάλασσα ή τα διεθνή ύδατα  χωρίζονται σε ζώνες μεταξύ κρατών. Στην προκειμένη περίπτωση, το κινδυνεύον μεταναστευτικό σκάφος  βρισκόταν εντός της ζώνης έρευνας και διάσωσης της Ελλάδας και, ως εκ τούτου, η Ελλάδα είχε νομική  υποχρέωση διάσωσης”.

Η ανοιχτή επιστολή τονίζει ότι η Ελλάδα είχε όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να  επέμβει, να βοηθήσει και να διασώσει τους επιβαίνοντες, ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους ως παράτυπων μεταναστών ή διακινητών, ανεξάρτητα από το αν ζήτησαν ή αρνήθηκαν τη βοήθεια, και  παρόλο που το περιστατικό έλαβε χώρα στην ανοιχτή θάλασσα.

Επιπλέον, σύμφωνα με το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το προσφυγικό δίκαιο, η Ελλάδα  μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζει το δικαίωμα στη ζωή και, ενδεχομένως, την απαγόρευση της επαναπροώθησης και της συλλογικής απέλασης. 

Η ανοιχτή επιστολή ζητά τη διεξαγωγή ολοκληρωμένης έρευνας για το περιστατικό, τονίζοντας την  ανάγκη για ενδελεχή και αποτελεσματική ποινική έρευνα, ώστε να διασφαλιστεί η απόδοση ευθυνών για την απώλεια ανθρώπινων ζωών. Η ποινική έρευνα βρίσκεται επί του παρόντος σε εξέλιξη, αλλά μπορεί ήδη να εκτιμηθεί ότι θα υπολείπεται των προδιαγραφών για μια αποτελεσματική έρευνα, εάν δεν κρίνει καταλλήλως ζητήματα δικαιοδοσίας, παρουσιάζει αδυναμίες που υπονομεύουν την  ικανότητά της να προσδιορίσει τα πραγματικά περιστατικά και δεν καλύπτει την εξέταση της ποινικής ευθύνης του Ελληνικού Λιμενικού Σώματος.

Οι υπογράφουσες/οντες εκφράζουν επίσης ανησυχίες σχετικά με τη συμμετοχή της Frontex και τις νομικές της υποχρεώσεις σχετικά με έρευνα και διάσωση. Η μη τήρηση των υποχρεώσεών της όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα μπορεί να οδηγήσει στη νομική ευθύνη του οργανισμού και της ΕΕ. Θα πρέπει να διεξαχθεί ανεξάρτηση έρευνα για το εάν η Frontex έλαβε όλα τα ευλόγως αναμενόμενα μέτρα μετά την πρώτη παρατήρηση του σκάφους για την προστασία της ζωής των  επιβατών. Επιπλέον, η εσωτερική έρευνα που διενεργείται από τον οργανισμό πρέπει να εξετάσει όχι μόνο πιθανά σφάλματα της Ελλάδας αλλά και της Frontex.

Οι υπογράφοντες/ουσες παροτρύνουν τις αρμόδιες αρχές να αναλάβουν άμεσα δράση, εξετάζοντας τις νομικές υποχρεώσεις και ευθύνες που σχετίζονται με αυτό το τραγικό περιστατικό. Τονίζουν ότι η μη τήρηση αυτών των υποχρεώσεων μπορεί να οδηγήσει σε νομική ευθύνη των εμπλεκόμενων μερών.

Διαβάστε το κείμενο και τις υπογραφές εδώ: